(*τίτλος εκθέματος της Biennial του 2007)
άοσμο
Το ποτ πουρί είναι ενα φάρμακο, αιώνιο. Και εγώ κάθομαι με το υπεροπτικό αίσθημα της ευθύνης προς κάποια δεύτερα άτομα και προς το alter ego και αναθέτω ποιητικές εξάρσεις σε νεύρα και αυτόματες συναλλαγές-αντιστοιχίες λέξεων. Δεν έχω κάτι να γράψω ουσιαστικό, παρα μόνο την νηνεμία, που πάντα μου άρεσε σαν λέξη. Πλαστή νηνεμία. Γιατί ενώ γύρω γίνεται πανικός, όταν κάτι λείπει και ειδικά όταν δεν ξέρω τι είναι αυτό τα πάντα είναι ρυθμοί χελώνας, συνήθεια για νυσταγμένους, το αυτονόητο βούισμα άλλου ενός ξημερώματος σε ένα απελπιστικά άδειο κρεβάτι.
Βασικά θέλω να πώ υπερβολικά πολλά, και δεν έχουν καταφέρει τόσο καιρό να σμιλευτούν, είναι μια άμορφη μεγάλη μάζα και φρακάρει. Βασικά μόλις πήγαινα να γράψω κάτι και το ξέχασα.
Κάνω νοητικές στροφές και κόβω να βρώ έξυπνες υπεκφυγές και διαδρομές γύρω απο την απουσία του συγκεκριμένου. Έφυγε βλέπετε χωρίς να ειδοποιήσει για διακοπές απο τον Ιούνη. Και ούτε τηλεφώνημα, ούτε το σύνηθες πέταγμα γύρω απο το κεφάλι μου. Και αρνούμαι να πιστέψω οτι με παράτησε για αυτή την τσούλα, την θλίψη. Δεν κατάλαβες? Δεν πειράζει, κατάλαβα εγώ.
Δεν καταλαβαίνω γιατί δε νιώθω τι συμβαίνει γύρω. Σαν να μην τα ζώ. Κάτι λείπει για να δουλέψει η ανάσα μου σωστά πάλι.
Γκρίνια, απο παντού, πλέον φτάνει στην μεταγκρίνια, φαντάσου. Παραπονιέμαι για το οτι παραπονιέμαι.
Κάτι λείπει, σαν ένα γαμημένο γρανάζι για μια τεράστια μηχανική εξίσωση. Το κλίκ. Όχι, άκυρο, το ΚΛΑΝΓΚ λείπει, που λέει ο άλλος. Όλα κάνουν ΚΛΙΚ ΚΛΑΚ ΚΛΟΝΓΚ αλλά οχι ΚΛΑΝΓΚ. Πώς σκατά βγαίνει Κλάνγκ?
Και επίλογος? Για επίλογο διαλέγω ένα κρυφό χαμόγελο και λίγες στιγμές που δεν ανήκουν στο υπόλοιπο μπερδεμένο και γειωμένο και μουντό καλοκαίρι. Άσχετα αν επίλογος δεν είναι χρονικά. Έτσι, ένα αίσιο τέλος για αλλαγή μια φορά - μήπως διώξω την κρίση ηλιθιότητας της αχαριστίας που με διακατέχει.
Χαμογελάω ειλικρινά για να ξορκίσω την μουντάδα. Θα γελάω όλο το χειμώνα σαν τον Μάϊο, τ' ορκίζομαι. (κλάνγκ ήταν αυτό που ακούστηκε?)
(...κι όταν γίνει)
σκόνη και χρυσόσκονη
Την απειροστή φορά που σκύβω να εξαϋλωθώ στον ώμο σου και την μυρωδιά σου,
με έχεις αγκαλιάσει και χάνομαι· και ψιθυρίζω στον χρόνο και τον Μορφέα να μην σε αφήσει να φύγεις. Και όταν τα δάχτυλά σου βυθίζονται, ελαφρά, στην πλάτη μου και η καρδιά μου κοντεύει να ξεριζωθεί απο το στήθος μου το μόνο που μπορώ να σου ψελίσω είναι απλά "σε αγαπώ".
Και δεν έχει σημασία που δεν κατάλαβες πόσο.
Friday, August 21, 2009
Subscribe to:
Posts (Atom)