Sunday, May 12, 2013

σιγή

Μαγικές φράσεις που σε κινούν στα κρυμμένα σου νήματα. Που σε φέρνουν από εδώ μέχρι το τελευταίο σου Άβατον. Από τη Γρενάδα μέχρι την Πάρο. Από τη γραμμή του ορίζοντα στον μόλο μέχρι τις πιο μακρινές ακτές της Δανίας. Από τις πιο παλιές γραμμές της ασφάλτου μέχρι την ασυλία του Ερμιτάζ. Από την προσευχή μέχρι τη συγχώρεση μιας αλήθειας.

Σκύβω Μνήμες που καταστρώνουν σχέδια καθε πρωί σε δικά σου ξυπνήματα. Και ανακατεύονται με τις πιθανές εκβάσεις μιας μακρινής εκστρατείας απ' την οποία οι λεγεωνάριοι δεν επέστρεψαν ποτέ. Ο Σεπτέμβρης που δεν ήρθε σε μια ολόκληρη ζωή και το μίσος του Φεβρουαρίου που σκέπασε τους δρόμους σου σαν χιόνι. Βλέπεις, αναπνέω ακόμα τα θραύσματα από τον ερχομό της άνοιξης. Σαν αέρας που δεν εισχώρησε θέλω να λυγίσω την ψυχή μου μαζί με την καμπή του σώματος και να μετανιώσω τα εκατό μου γιατί.
Παραμένω ανάμεσα σε νίκες άψυχες και εκπνέω από υποχρέωση όσους υδρατμούς φέρνουν.

Δεν σκοπεύω να επαναλάβω τα ίδια. Υποφέρω από νωχελικά ξημερώματα με τίποτα μέσα. Και από επιστροφές χωρίς προσμονή. Δεν υπάρχει αποχώρηση χωρίς μεταλλική γεύση στο στόμα εδώ και τριετίες μεγάλες και νωθρές. Γεννηθήκαμε με ασθματικά, τρεμάμενα φώτα από έρωτα στην υπόφυσή μας - εγώ όμως ακόμα παρακαλάω για ένα κομμάτι καθαρότητας. Για την αφαίρεση μιας απουσίας μεγαλύτερης από μας. Για την έκτη αίσθηση σε κλειστά μάτια και κλειστές καρδιές. Για την άφεση από τα θαμμένα από μας πτώματα που προσεκτικά είχαμε αφήσει στη λήθη. Για τρεις προθανάτιες ευχές μακριά από θέατρα νεκροποιών τελετών.


Θέλω να νιώθω μερικές φορές την ψυχή μου ανίατη. Και να την αφήσω να κατασπαραχτεί από την αδράνειά μου ενώ την κοιτάω να φλέγεται.



Και όλα αυτά μου αφήνουν ένα τέτοιο κενό από νεκρές εποχές και σκάφανδρα από τόσους ανήσυχους ύπνους που θέλω μόνο να βρω μια γωνία που να με χωράει με τα γόνατα λυγισμένα και να κοιμηθώ χωρίς όνειρα.