Monday, May 25, 2015

Θερινό ______

Ήταν Μάϊος και η ύπαρξη ενέδιδε σε κόκκινες αρρυθμίες και ενοχικά διαλείμματα. Με ξημερώματα ζεστά και άηχα και ξεχασμένα. Με φορέματα και χέρια που αγγίζουν με καύλα και βρεγμένα και με χαζές γκρίνιες. Μου λείπεις όπως μου λείπουν σκιές, ολογράμματα από το παρελθόν, θαμμένα φιλιά σε άμμο και ήμεροι ύπνοι δέρματος και καλοκαιριού. Όπως μου λείπει η λέξη "αυτή". Με ένα κενό στο στέρνο και ένα χαμόγελο κουρασμένο και μεταλλική ζεστή γεύση στο στόμα.

Και σε ορίζοντες μακρινούς κάπου χάνω και κάπου ξαναβρίσκω το αρχέτυπο του Εσύ. Με κεφάλι γεμάτο μελαγχολία και απουσία και χρόνια με ανάγκη για ζεστό ρέμβασμα σε ξύλινα σπίτια και ξεχασμένες υποχρεώσεις μιας άλλης μέρας και μυρωδιά πεύκου. Είναι όπως το να κρατάς ένα απόκομμα μιας φωτογραφίας που κοιμάσαι σε ένα κρεβάτι που κάποτε σε χώραγε ολόκληρο και τώρα σε σφίγγει στην καρδιά και στο στομάχι το οτι δεν σε χωράει - και ας ξέρεις οτι είναι επειδή μεγαλώνεις. Και ας ξέρεις οτι είναι επειδή το κρεβάτι σου σε φέρνει σε καινούρια ξυπνήματα και σε μέρη που δεν ήξερες ποτέ οτι θα πας.
Και σε ορίζοντες μακρινούς είναι που κάπου χάνω και κάπου ξαναβρίσκω το αρχέτυπο του Εγώ.


Monday, March 9, 2015

Λωτ

Β'

Σεληνιάζομαι/η απόρρητη θλίψη με φέρνει στον τοίχο/με κολλάει σαν εύπλαστος σπάγγος/με λυγίζει σαν αέναος ίσκιος/δεν με θες και δεν θέλω και δεν θα το βρεις, κόψε τώρα τις μαλακίες, ορθά σκεπτόμενος σκέφτηκες ποτέ τίποτα καλό? Αχόρταγες είναι οι τύψεις, άπειρη και η ψυχή μου για να φάνε, είναι διάφανες οι λέξεις αυτή τη φορά, έτσι δεν είναι?

Δεν είναι παρομοίωση, δεν είναι παραβολή. Κάτι με τρώει με ρυθμούς φθαρμένου σάπιου ήχου - σαν ήχος σφαίρας ή αναλγητικού που βυθίζεται σε νερό. Πρεσβευτές μιας νέας ημέρας, αρνητές του μεταιχμίου μεταξύ δύο σπασμένων σειρών. Στον βωμό τεσσάρων αρουραίων καταπίνω βρώμικο νερό και αδειάζω με τη μία από πόνους.

Σπάραζα σε ρυθμούς προκατειλημμένου ζ , θελήματα πολλαπλά και εσκεμμένα σε έναν τοίχο. Πλάθω χάντρες με μακιγιάζ από χαλύβδυνες σφαιρικές κατασκευές, απορροφώ μόνο ένα μήκος οχυρού σε ευθεία φόρτιση βλέμματος μαύρου. Και σε γράμματα μου απαντάς με κατάρες χωρίς να τις προφέρεις ή λες, απλά από τα άρθρα σου καταλαβαίνω οτι με πνίγεις υποσυνείδητα. Και εγώ αφήνομαι και φαντασιώνομαι τα σημάδια σε λαιμούς πνιγμένους, σώματα να κολυμπάνε άψυχα σε νερά αλλοιωμένα από φόβο και περάσματα θηλέων. Οι φίλοι σου σε έριξαν μέσα σε γλώσσες ημίρυθμες. Αφήνομαι σε αστρικό τοπίο με γνώσεις που δεν θέλω από εγωισμό και αφοσίωση.

Ρεξ στο στόμα του ηλίου. Ρεξ - το στόμα του ήλιου. Έθεσες μια γραμμή την οποία δεν μπορώ να ακολουθήσω παρά μόνο πάνω σε φωνητικές χορδές που φτάνουν σε ένα φωτεινό απειρικό σημείο, θανάτου. Δεν ξέρω για σημάδι τίποτα παρά τρίξιμο και σιωπή - η τύφλωση προς αυτό που έρχεται. Δεν βλέπω καλά την αντανάκλαση από το αισθητήριο της αφής, καταβρόχθισα μόνο ανάσες σε ερμητικά πλαίσια αμνού και σε ανοιχτές παλάμες με εξέχουσα ντροπή. Τις κλείνω και μετράω σκυμμένος και μικρός.

Αναπυρήνωση, αναδιόρθωση, αναζήτηση. Αναδόμηση και ευκολία, αναζήτηση και πυρπολία, αμφιβολία τηρείται παρά μόνο για αμφήβεια με μικρές διαδρομές σύγχυσης.

Μ'

1 + 2 τρία και 1 + 3 έψιλον, τα αιματώματα δεν είναι λύση ούτε δικαιολογία σε παραμύθια. Να πας να γαμηθείς που θα μου πεις για τη σβέση, η θέση των αστεριών στον ορίζοντα δεν σχετίζεται με περγαμηνές ηλίου και σελήνης και ανεκδότων λειτουργικών συστημάτων φακέλου. Εξέχοντα αραμαϊκά θέματα ξετυλίγονται σαν apartheid σε θέματα πολιτισμού και πάθους, εκλογίκευσης και αρχής. Σήματα συνόλων, συνταιριαζόμενοι καθρέφτες σε μαθήματα αϋπνίας παίζουν πολλά παιχνίδια. Η λαγνεία δεν κρύβεται πουθενά αλλού παρά στο στήθος σου και στα πόδια, πιάνω κάτω από φούστα και κρύβεται μονάχα το σύμπαν.
 Έχιδνα.
 Και έπειτα γλύφω και γλείφω.

Β', Τ', Θ'

Αμφιβάλλω και οριοθετώ, δεν θες να οριοθετήσεις, αυτό θα σήμαινε τον θάνατό σου σε αυτή τη Γη. Δίνεις καλημέρα σε αγίους και ύστερα πηδιέσαι με την ερωμένη σου. Τι δεν κατάλαβες - δεν θέλω να καταλάβεις, δεν θες να οριοποιήσεις. Και καλά κάνεις. Θα το καταλάβεις μόνο στο τέλος τι εννοώ και τι πετυχαίνω, είμαι ένας μπάσταρδος θρήνος από την κοιλιά μιας μάνας χωρίς πρόσωπο και βροχές. Υγρές στέκουν στα πετράδια σου, υγρές και στη λογική και στη θύμισή σου. Αέναες, φωτεινές αλλά άρρωστα και άμετρα, και απαίσια και παντοδύναμα. Κουκουλώνομαι από τον φόβο.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Σε αέναες πληγές φέρνεις αέναη ευτυχία. Θάψε σε παραλία που κοχλάζει ερωτευμένους δύο ορυκτά σπάνια. Και με το χέρι ψελλίζοντας σφραγίδες και ατροπούς, σχεδιάζεις μνήματα σε συστήματα άθικτα.
Βρέθηκα στο τελευταίο μονοπάτι μου:
Συμπληγάδες που φέρνουν χαραγμένο το όνομά σου, Λωτ το κλειδί για τη μνήμη των καταραμένων.