Tuesday, April 20, 2010

Μπάνιο τον Οκτώβρη

και εσύ με κοιτάς.
και εγώ κάθομαι, ακόμα στην τελευταία εβδομάδα του Οκτωβρίου, στο τελευταίο μπάνιο. και ο ήλιος με γεμίζει με μούδιασμα στο στομάχι.
εκείνο που ξεκινάει απο την καρδιά και καταλήγει λίγο κάτω απο τον αφαλό. και είναι υπέροχο και γεμάτο απο την πιο γλυκειά μελαγχολία που υπάρχει.
και κοιτάζω την ατελείωτη θάλασσα.

Απογυμνωμένος απο ψέματα, αγγίζω τα γόνατα και θυμάμαι εμβρυακές στάσεις απο βαθειά και πρόσφατα. Θυμάμαι καπνούς πάνω απο θάλασσα που σχηματίζουν μορφές και ιστορίες, θυμάμαι τις κακές εκδοχές του μουδιάσματος που έχω ζήσει και θυμάμαι ό,τι έχω ξεχάσει. Και πριν προλάβω να απορροφηθώ στις ανακλάσεις του μπλέ, επαναφέρομαι και όλα τα καλοκαίρια και τα μουδιάσματα μπερδεύονται, και δεν προλαβαίνω να συγκρατήσω όλα.

και ίσως ο ήλιος και το μούδιασμα να ήταν προοικονομία για όσα δεν περίμενα και δεν είχα ιδέα. με βρήκε, ανατριχιασμένο, στην κορυφή του κόσμου τότε. ίσως να ήταν απλά η αίσθηση του τελειώματος απο κάτι. ή απλά η διαφορά θερμοκρασίας με το νερό. και το να πιάνεις τα μισοβρεγμένα γόνατα κοιτώντας την δύση.

και εσύ είσαι ο ήλιος, και φώς και δεν τελειώνεις, ξαναρχίζεις. και δεν κρύβεσαι, απλώνεσαι και ξεδιπλώνεσαι και τυλίγεσαι. και δεν είσαι πάντα το ίδιο, είσαι διαφορετική και χαοτικά υπέροχη. και δεν σταματάς να με εκπλήσσεις.




























και ούτε καν διανοήθηκα ποτέ οτι έτσι πρέπει και όχι οτι έτσι θέλουμε.

Thursday, April 8, 2010

We Were Exploding Anyway

ήξερες οτι θα γράψω. . .το ξέρω οτι το ήξερες. .ανοίγω το στόμα μου για να πω λόγια.χωρίς να ξέρω τι θέλω να πώ όπως τώρα. .χθές είχα κυκεώνα στο κεφάλι μου.αλλά με αγκάλιαζες. .και κοιμόσουν. .και η ανάσα σου μύριζε αλκοόλ. .και δεν ήθελα να φύγω για τίποτα στον κόσμο.και ήταν μόνο Ιούνιος εκεί, μόνο Ιούνιος και όνειρα μαΐου και ημερών ασάλευτων πολλών.και καλοκαιριών.και γεωγραφικών κλίσεων μεγάλων.και επίπλων και μυρωδιά άδειου δωματίου και γεύση απο αμνησία αναμνήσεων για αυτά που έρχονται. δεν μου ερχόταν να τις θυμηθώ γιατί με είχες αγκαλιά. και δεν ήθελα τίποτα άλλο.τώρα θέλω. είμαι ένα χέρι και κάποιο άλλο μέρος του σώματος σε φωτογραφία που δεν έχει εμφανιστεί.είμαι αχνή μυρωδιά.είμαι νεκρά κύτταρα σε καναπέ.και απομεινάρια απο βλέμματα σε αντικείμενα.δεν ξέρω αν είμαι εκεί.δεν ξέρω αν είμαι εκεί.δεν ξέρω αν είμαι εκεί.φοβάμαι να μην είμαι εκεί.δεν ξέρω αν φοβάμαι.δεν ξέρω τι είναι.με πνίγει περιμετρικά.με βάζει πίσω στο νερό.με κάνει να αφρίζω και να βγάζω νύχια.δεν θέλω.με πονάει ο θυμός.πιο πολύ απο τη σιωπή.πάλι όμως σκέφτομαι την ανάσα σου. .αυτή που μύριζε αλκοόλ.και το δέρμα σου. το δέρμα μου σκάβεται απο τα νύχια σου.το ονόμασες για πρώτη φορά έρωτα.και οι τελείες? κάθε τελεία μια ανάσα<
κλείνω τα μάτια και κοιτάω τον ήλιο.κλείνω τον ήλιο και κοιτάω την εικόνα σου.και οι σκιές που σχηματίζουν τις σκέψεις σου υποχωρούν και δεν ξεχνάνε να χαιρετήσουν και να αφήσουν ένα τριαντάφυλλο στα χείλη σου και την γεύση του γρήγορου, παλιού φίλμ που τρέχει.αποδομώ λέξεις αποδομώ τοποθετήσεις αποδομώ κατεδαφίσεις αποδομώ κλείσιμο ματιών και λυγμούς.αποδομώ αιώρηση σε μικρά σύμπαντα με ελάχιστη βαρύτητα και φωτεινούς ήλιους.αποδομώ χίλιους ήλιους σε πολύ μικρή επιφάνεια για να αντέξω.και δεν με πειράζει.ίσως.μπορεί.πιστεύω.ελπίζω. .έχω σφυγμό. . .αναγνωρίζω τον χώρο. . . . .αναγνωρίζω εμένα σε αυτόν. δεν μπορώ να γράψω άλλο δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο

"απλώς, περιμένω

Saturday, April 3, 2010

Ανταρκτική / Προσευχή: όχι είσαι.


Σήμερα λείπει πάλι. Κλείνω τα μάτια και κοιτάω τον ήλιο. Σήμερα λείπει πάλι. Κοιτάω τα μάτια και κλείνω τον ήλιο. Και εγώ θα μείνω εδώ να δίνω το χέρι στο κενό, να αναπνέω μισά, να σαπίζω λέξεις στο κεφάλι μου, να ευλογώ άδειες στέπες, να γεύομαι ξεραμένα τοπία, να ρωτάω για το πώς, για το πού για το τι κάνεις, και ύστερα να κοιτάω μια οθόνη κενή και να θυμάμαι πώς στο όνειρό μου χαμογελούσες. Δεν βρίσκω άδικο, αλλά δεν μπορώ να το βρώ πολύ καιρό τώρα. Και δεν θέλω να αγαπήσεις το κενό. Δεν θέλω να κοιτάω κενό, δεν θέλω να παγώνω στην αίσθηση του ήχου σου και στην γεύση του προσώπου σου.
Κάνε να μην αγγίζω το έδαφος όταν περπατάω
και τους ωκεανούς να ρέουν σαν ψυχή μεσ' απ' τα χέρια μου
Το φεγγάρι να χαράζει πάνω στα μαλλιά μου
Να ακούω την γαλήνη υποβρύχιων ήχων και παρηλίων.
Να περπατάω σε καταιγίδες που βρέχουν μέχρι τα κόκκαλά μου, με κολλημένα τα ρούχα στο δέρμα μου και να ασφυκτιώ για τεράστιους μακρινούς δρόμους σε λευκά τοπία και λεπτές πόλεις.
Και να Είσαι δίπλα μου.