Sunday, February 3, 2008

Ρακοσυλλέκτες

Δεν ξέρω.... Είναι στιγμές που έχω την εντύπωση πως μόνο εγώ ενθουσιάζομαι, μόνο εγώ νιώθω εδώ γύρω. Είναι στιγμές που το μόνο που βλέπω στους άλλους είναι μια τεράστια τρύπα στην καρδιά, την οποία αρνούνται να κλείσουν. Και δεν αντέχω. Είναι στιγμές που ανακαλύπτω πως σιγά σιγά, ύπουλα, δεν νιώθω και εγώ. Νιώθω απλά... Άδειος. Άδειος, περιτριγυρισμένος απο άδεια σώματα. Και με τρελαίνει, θέλω να ξεσκίσω τα πάντα και να ουρλιάξω "ΝΙΩΣΤΕ" θέλω να νιώσω, θέλω να νιώσω ο,τιδήποτε, θυμό, παράφορο έρωτα, απλά την πιο ειλικρινή χαρά. Και μερικές φορές νιώθω, και αμέσως κοιτάω γύρω μου και μου φεύγει, γιατί έχω την εντύπωση πως κανείς δεν είναι εκεί που είναι το σώμα του εκείνη την ώρα. Θέλω να μπορώ να σηκωθώ να χοροπηδήξω σαν μαλακισμένο όπως κάναμε πρίν τόσο, μα τόσο λίγο γαμώτο καιρό (μιλάω κυριολεκτικά, εννοώ αυτό το καλοκαίρι) και ξαφνικά ανακαλύπτω οτι το μόνο που θέλουν όλοι είναι την ησυχία τους. Δεν αντέχω. Δεν αντέχω να είμαι τσακωμένος με άτομα που αγαπώ (με οποιαδήποτε άτομα εδώ που τα λέμε) δεν αντέχω τις παρεξηγήσεις, δεν αντέχω το να βλέπω χαμένους ανθρώπους, κατεστραμμένες σχέσεις (οποιουδήποτε είδους) επειδή υπάρχει έλλειψη συννενόησης, επικοινωνίας, αυτοσυγχώρεσης και αυτοκριτικής. Δεν αντέχω άλλο να είμαι απο τα ελάχιστα άτομα που πρώτα να γυρίζουν και να βλέπουν τα δικά τους λάθη και όχι των άλλων. Δεν έχω πρόβλημα με κανέναν. Το μόνο που θέλω είναι να είναι οι άνθρωποι γύρω μου χαρούμενοι, δεν θέλησα ποτέ, έτρεμα πάντα στην σκέψη να πληγώσω. Δεν αντέχω άλλες πληγές, αρκετές οι δικές μου αρκετές αυτές που κουβαλάνε όλοι.

Πάλι γυρίζω σπίτι ύστερα απο μια αποτυχημένη πρόβα που ειλικρινά έχω την εντύπωση οτι κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας και αντί να κάτσω να διαβάσω απλά θα ανοίξω τον υπολογιστή, θα χαζέψω λίγο και θα παίξω 1 - 2 DotΑ. Πάλι θα ξεχάσω αυτά τα δημιουργικά που ήθελα να κάνω και να σκεφτώ, πάλι θα βαριέμαι να πιάσω ένα βιβλίο να ξεφύγω, πάλι θα βαριέμαι να παίξω μπάσο, πάλι θα βαριέμαι. Φοβάμαι την βαρεμάρα. Είναι δηλητήριο. Δεν βαριόμουν να κάνω πράγματα ποτέ σχεδόν. Πραγματικά, είναι κάτι που σιχαίνομαι. Είναι κάτι το οποίο ποτέ δεν κατάλαβα στον "έλληνα φοιτητή". Είναι κάτι που δεν νιώθω υπό κανονικές συνθήκες. Περπατήστε γαμώτο, είμαστε 18 χρονών, οι δρόμοι ανήκουν στους οιδιπόρους, στους ταξιδευτές και όλα είναι δρόμος, τα πάντα μπορούν να μας ανήκουν. Χαμογελάστε, γαμώτο είμαστε 18 χρονών, σκατά στον τάφο μας αν απο τώρα έχουμε μάτια σβηστά. Θέλω πολλά πράγματα, και απλά δεν μπορώ να αναγκάσω τον εαυτό μου να σηκωθεί να τα ζητήσει και να τα πάρει. Είναι απλό. Μπορείς, μπορώ να κάνω τα πάντα. Αλήθεια, το πιστεύω. Γιατί έχουμε μάτια σβηστά? Σκατά. Εμείς φταίμε, κανένας άλλος, εμείς επιμένουμε να μην εντυπωσιαζόμαστε, να μην ενθουσιαζόμαστε, να μην νιώθουμε. Ναί ρε πούστη μου πονάει.
Αλλά κάποια πράγματα δεν γίνονται σύστημα, δεν λύνονται παρατώντας τα και με παράπονα που συμβαίνουν σε μας και όχι στους άλλους ή με την υπόνοια αυτού (αν είναι δυνατόν, εμείς είμαστε οι υπερ-κωλόφαρδοι που έχουμε κάποιες στοιχειώδεις ευκαιρίες), κάποια πράγματα και πάνω απο όλα ο εαυτός του καθενός είναι αυτά τα οποία ξεπερνιούνται και αναγκαζόμαστε να τα ξεπερνάμε. Γιατί απλούστατα, δεν βγαίνει με κανέναν άλλον τρόπο, δεν σκοτώνεται αυτό που σε τρώει, είναι μέσα σου. Εσύ έχεις το πρόβλημα. Εγώ έχω το πρόβλημα. Όχι ο άλλος.

Παραληρώ λιγάκι. Είναι πολλά πράγματα που θέλω να βγάλω και πρέπει να τηρηθεί μια στοιχειώδης σκέψη. Δεν ξέρω. Φοβάμαι πολλά πράγματα. Έχει κανείς παρατηρήσει την "σοβαρότητα" και μουντάδα που κυριαρχεί στα μέσα συγκοινωνίας? Λές και απαγορεύεται να χαμογελάς, να έχεις χρώμα. Δεν είναι θέμα μεγάλου μικρού, είναι λες και φοβούνται όλοι να δείξουν τον εαυτό τους, ντρέπονται οτι θα τους πιάσεις σε στιγμή αδυναμίας στην οποία θα σκεφτούν κάτι αστείο, θα χαρούν με κάτι και γενικά στην οποία θα φανεί οτι είναι άνθρωποι με ζωή. Που σκατά πάνε όλοι? Κυρίως: Γιατί πάνε?

Ηρέμησα λίγο. Αλλά δεν μπορώ, οι τελευταίες μου εβδομάδες είναι τραγικά γκρίζες, λες και όλοι σοβάρεψαν. Τελείωσαν διακοπές, ξεκίνησαν εξεταστική, φροντιστήρια, τρεχάματα. Και λοιπόν? Χαμογελάστε γαμώτο, αληθινά και βαθειά, κοιτώντας στα μάτια, θα ξεχάσετε πως γίνεται, θα ατροφήσουν οι μύες. Δεν σας τα λένε στα γυμναστήρια?... Σκατά.

2 comments:

Νικος said...

Σκατά. Η βαρεμάρα όντως είναι θάνατος. Και ίσως το τίποτα να είναι το χειρότερο κάτι. Ρε συ, δεν μιλάμε πια... Μαλακία.

Μάης said...

1,0, τίποτα, κάτι, κάποιος, κανείς, η λήθη απλώνει τα πλαστικά της πλοκάμια. 1,0, θέλω, δεν θέλω. θέλω:1, δεν θέλω:0. Δεν θέλω: 0. γιατί 0;έτσι μάθαμε; κιάν το δε θέλω ήταν 1;
το ένα είναι κάτι. το μηδέν τίποτα. το ένα είναι ναι: ένα ναι ελαφρύ και αβίαστο, ένα μαξιλάρι πάνο στο οποίο καλούμαστε συχνά να κοιμόμαστε.. και να ονειρευόμαστε. μηδέν. τίποτα.
Μηδέν. Η συμμαχία της σκόνης. ο φίλος του ποτέ. ο εραστής μιας καθοριστικής ανυπαρξίας που πλάθει αμέσως τον κόσμο μας.η σκιά ζεί και εμείς απλώς μάθαμε να την αγνοούμε. η συνομωσία του αέρα που σηκώνει τη σκόνη και φτιάχνει παλάτια. η σκιά μεγαλώνει: το μηδέν έγινε ένα. ένα: δε φυσάει πια.
Κενό: η ανυπαρξία προϋποθέτει την ύπαρξη.0 ή 1; το τίποτα δέν είναι κάτι;(εξάλλου έχει και άρθρο). μια ανυπόφορη ανάσα κάτω απ'το μαξιλάρι. τελικά οι γελοίες αφίσες θα παρέμεναν, η παραφουσκωμένη κυρία θα συνέχιζε να καταβροχθίζει φιλόδοξες λαμαρίνες και ταπεινά όνειρα αν το ένα ήταν μηδέν και το μηδέν 1.