Μακριά στον ορίζοντα αγναντεύω θραύσματα από θα ήθελα και ευχές για μακρινές όμορφες μέρες σε μακρινές εποχές. Δραπετεύω από τη νεκρική σιωπή ενός τεράστιου περιβλήματος για να φτάσω σε ένα πουθενά. Και, ορθώμενος στην άβυσσο κοιτάω να κρύψω ό,τι όμορφο μου έμεινε στις μέσα τσέπες του παλτού που ποτέ δεν έχασα. Αυτό που μου ζητάνε να βγάλω.
Ηττημένος σε ρυθμούς που σφυροκοπάνε την ψυχή μου, λυγίζω και σηκώνω το χέρια μου παρακαλώντας. Ποιός θα με κάψει ζωντανό? Ποιός θα με θάψει αφού καώ και ποιός θα με χαϊδέψει στο μέτωπο? Ποιός θα με σκεπάσει με απαλή κουβέρτα για όνειρα χωρίς δόντια που ξεσκίζουν?
Ποιόν θα πάω στο δικό μου δωμάτιο?
Πνιγμένος στην ησυχία και την αφωνία μου, πίνω από νερά που δεν γνωρίζω αναμνήσεις και όνειρα. Ξεχασμένες εικόνες τρυφερότητας. Ψάχνοντας από πού να κρατηθώ βρίσκω μόνο ανήλεα ρεύματα. Και πλευρικές ματιές. Ποιός θα μπορούσε να είναι τόσο σκληρός? Ψάχνω από πού να ανοίξω τα πλευρά μου· θέλω να μπει ήλιος και να φύγει φόβος.
Είμαι χαμένος.
No comments:
Post a Comment